«Η μουσική της ταινίας “Μamma Μia” μου θυμίζει τα νιάτα μου. Επαναφέρει μια νοσταλγία και μια γλυκιά πίκρα για τα όμορφα αυτά χρόνια που πέρασαν. Γυρίζω πίσω στα πάρτι της εποχής», λέει στα «ΝΕΑ» η κ. Χριστίνα Μπονόρη.
Για την 63χρονη Ρένα Καρακατσάνη, η ταινία είναι ένα διάλειμμα σε μια βαριά καθημερινότητα. «Συγκριτικά με άλλες εποχές, η δεκαετία του ΄70 ήταν πιο ξέγνοιαστη. Δεν ωραιοποιώ καταστάσεις. Τα οικονομικά και τότε για τους περισσότερους ήταν περιορισμένα, δεν υπήρχε η δυνατότητα κατανάλωσης όπως σήμερα, αλλά ο κόσμος είχε ελπίδα. Είναι θέμα αξιών. Σήμερα υπάρχει τόση διαφθορά που δεν μπορεί πια κανείς να εμπιστευθεί τίποτα. Εκείνη η γενιά- παρά τα προβλήματα- είχε αθωότητα, αίσθηση των ιδανικών, κίνητρα και προσπαθούσε να ανέβει. Δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα όταν ακούει κάποιος ειδήσεις, μελαγχολεί. Είναι πολύ μουντή η εποχή μας», λέει.
Όπως επισημαίνει η δρ Λίζα Βάρβογλη, ψυχολόγος- ψυχοθεραπεύτρια, η συγκεκριμένη ταινία, όπως άλλωστε και κάθε ταινία που έχει αναφορές στο παρελθόν, ξυπνά στους θεατές ευχάριστες αναμνήσεις. «Παράλληλα όμως αφυπνίζει σε ακόμα περισσότερους, και σε αυτούς δηλαδή που δεν είχαν την ευκαιρία να ζήσουν στην εποχή που περιγράφει η ταινία, τη χαρά της ζωής, φέρνοντάς τους σε επαφή με ένα υγιές κομμάτι του εαυτού τους, αυτό που αναζητά την ευτυχία, την ξεγνοιασιά, την εσωτερική ισορροπία και την αίσθηση πληρότητας», επισημαίνει. Όπως τονίζει η κ. Βάρβογλη για τους φανατικούς της ταινίας, το σημαντικό είναι ότι αποκωδικοποιούν ένα μήνυμα αισιοδοξίας και πίστης. «Όσο δύσκολα και αν είναι τα πράγματα, υπήρχαν στο παρελθόν και θα υπάρξουν στο μέλλον ωραίες στιγμές. Αυτή η υπενθύμιση έχει ψυχοθεραπευτική αξία, με την έννοια ότι “θεραπεύει” την ψυχή, της δίνει μια τονωτική ένεση και την ελπίδα για ένα καλύτερο σήμερα και αύριο, κάτι που τόσο έχει ανάγκη να επιβεβαιώσει ο σύγχρονος άνθρωπος».
΄Οπως γίνεται αντιληπτό από το ρεπορτάζ για την θεαματικότητα της συγκεκριμένης ταινίας, είναι όλα αυτά που εξέλιπαν απ΄ αυτούς (απο μας)που τα έζησαν, είναι όλα αυτά που θα ήθελαν να ζήσουν οι νεώτεροι, απορρίπτοντας αυτό το μοντέλο ζωής το σημερινό και το διαμορφούμενο για το μέλλον. Είναι η νοσταλγία για μια ζωή με ελπίδα, με προοπτική, είναι εκείνη η μουσική που τάπε όλα τότε και που πάνω της πατάνε σήμερα όσοι προσδοκούν το καλύτερο. Είναι που οι ABBA γράφονται με δύο Β και που το ένα μπορεί να γυρίζει προς τα πίσω και το άλλο να κοιτάει μπροστά ταυτόχρονα. Είναι που θέλουμε αλλά δεν μπορούμε πια και το σινεμά αναλαμβάνει την θεραπεία της ψυχής μας. Γιατί για σωτηρία δεν γίνεται πια πολύς λόγος.
Γ.Σ.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα