Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2007

Αν δεν παινέψεις το"σπίτι" σου...

Από την σημερινή ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ και το ένθετο ΟΙΝΟΧΟΟΣ, όλα αυτά τα επαινετικά δι΄ ημάς:
Το αρωματικό Λευκό Μοσχάτο*
Η πιο διάσημη ελληνική ποικιλία στο εξωτερικό καλλιεργείται σε αρκετά μέρη της Ελλάδας, αν και η Σάμος θεωρείται –και δικαίως– ο «γενέθλιος τόπος» της
Του Στέλιου Λογοθέτη, οινολόγου
ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ
Το λευκό μικρόρρωγο Μοσχάτο θεωρείται διεθνώς ένας από τους ευγενέστερους και παλαιότερους εκπροσώπους της μεγάλης και πολυποίκιλης οικογένειας των Μοσχάτων. Συνώνυμά του είναι το Μοσχούδι, το Μοσχοστάφυλο, το Μοσχάτο Ρίου, το Μοσχάτο Σάμου.
Καλλιεργείται σε μεγάλη έκταση σε πολλές χώρες του κόσμου, και στην Ελλάδα, κυρίως, στη Σάμο, τη Ρόδο, την Κεφαλονιά, το Ρίο και την Πάτρα. Αμπελώνες λευκού Μοσχάτου θα βρούμε επίσης στις Κυκλάδες, σε μερικές περιοχές της Στερεάς Ελλάδας και της Μακεδονίας. Αυτό που παρατηρούν οι ερευνητές είναι η μεγάλη προσαρμοστικότητα της ποικιλίας που οφείλεται στο ότι καλλιεργείται εδώ και αιώνες σε διαφορετικούς τόπους.
Το Μοσχάτο είναι παραγωγική ποικιλία μέτριας ζωηρότητας. Η διαμόρφωσή του γίνεται συνήθως σε κυπελλοειδές σύστημα, ειδικότερα στα νησιά, αλλά και σε γραμμοειδές αμφίπλευρο σύστημα που προτιμάται στην περιοχή της Αχαΐας. Η οργάνωση των αμπελώνων γίνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να έχουμε περίπου 750 φυτά ανά στρέμμα και μέση απόδοση 550 - 600 κιλών ανά στρέμμα. Κλαδεύεται κυρίως στους δύο οφθαλμούς, αλλά και στους τρεις, ανάλογα με την περιοχή. Μέτρια ανθεκτικό στην ξηρασία, παρουσιάζει ευαισθησία σε πολλές ασθένειες της αμπέλου, όπως ο περονόσπορος, το ωίδιο, η ευδεμίδα. Επίσης, του έχουν ιδιαίτερη αδυναμία οι μέλισσες και οι σφήκες!
Τα τσαμπιά του είναι πυκνόρραγα και κόβονται δύσκολα. Οι ρώγες είναι μεσαίου μεγέθους, χρυσοκίτρινες με φακίδες, χοντρό φλοιό και με χυμώδη σάρκα, γλυκιά και αρωματική. Ωριμάζει στις αρχές Σεπτεμβρίου και πρέπει να τρυγηθεί μόλις φτάσει στη σωστή στιγμή ωρίμασης για να εκφραστεί ο αρωματικός του χαρακτήρας. Δίνει εξαιρετικά γλυκά κρασιά με Ονομασία Προέλευσης Ελεγχόμενη (ΟΠΕ): Μοσχάτο Σάμου, Μοσχάτο Πατρών, Μοσχάτο Ρίου, Μοσχάτο Κεφαλληνίας και Μοσχάτο Ρόδου.
Τα ξηρά κρασιά που παράγονται από το λευκό Μοσχάτο είναι φρέσκα, υψηλόβαθμα και πολύπλοκα, με αρώματα εσπεριδοειδών και τριαντάφυλλου. Είναι όμως κρασιά που απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή στην οινοποίηση, γιατί οξειδώνονται εύκολα. Εκείνα που ξεχωρίζουν είναι τα γλυκά κρασιά που διατηρούν για χρόνια τον αρωματικό τους χαρακτήρα.
Στις «πεζούλες» της Σάμου
Η πρώτη αναφορά για σαμιώτικο κρασί γίνεται τον 12ο αιώνα από τον Θεόδωρο τον Πτωχοπρόδρομο, ο οποίος σ' ένα ποίημά του γράφει: «κρασί γλυκύν Γανίτικο / και Κρητικόν κι εκ Σάμου / ίνα χυμούς εκβάλωσιν / του της ξηροφαγίας». Λόγω της ερήμωσης που ακολούθησε στο νησί (1476 - 1556), η ποικιλία έμεινε στην αφάνεια και άρχισε να γίνεται ευρύτερα γνωστή με τον εποικισμό του, που άρχισε από τα μέσα του 16ου αιώνα.
Στη Σάμο η καλλιέργεια του λευκού μικρόρρωγου Μοσχάτου καλύπτει τα 9/10 της συνολικής καλλιεργούμενης έκτασης. Καλλιεργείται στις παραδοσιακές αναβαθμίδες (πεζούλες) που κατασκευάστηκαν πριν από εκατοντάδες χρόνια και σκαρφαλώνουν έως και σε 900 υψόμετρο.
Στον τρόπο καλλιέργειας αλλά και στην ελεγχόμενη παραγωγή κύριο ρόλο έχει παίξει η Ενωση Οινοποιητικών Συνεταιρισμών Σάμου που ρύθμισε και διατηρεί τις απαιτούμενες συνθήκες για ποιοτική παραγωγή. Το Μοσχάτο Σάμου και τα κρασιά που παράγονται από αυτό είναι ένας από του καλύτερους πρεσβευτές του νησιού του Πυθαγόρα αλλά και της Ελλάδας ολόκληρης στο εξωτερικό. Γ.Ε.
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΙΚΙΛΙΑΣ
• Καλλιεργείται στη Σάμο, στην Κεφαλονιά, στη Ρόδο, στις Κυκλάδες και στη βορειοδυτική Πελοπόννησο.• Στη Σάμο είναι η κυρίαρχη ποικιλία.• Το φυτό του είναι μέτριας ζωηρότητας, ευαίσθητο στις ασθένειες και μέτρια ανθεκτικό στην ξηρασία.• Το τσαμπί του είναι μετρίου μεγέθους (ζυγίζει γύρω στα 300 γρ.) κωνικό, πυκνόρραγο, με ρώγες σαρκώδεις, γλυκές και αρωματικές.• Ο τρύγος γίνεται συνήθως στις αρχές Σεπτεμβρίου.• Τα ξηρά κρασιά από Μοσχάτο είναι υψηλόβαθμα με μέτρια οξύτητα και πλούσιο αρωματικό χαρακτήρα.• Δίνει διεθνώς αναγνωρισμένα γλυκά κρασιά με Ονομασία Ποιότητος Ελεγχόμενη. Ο αρωματικός τους χαρακτήρας αντέχει στο χρόνο.• Τα γλυκά μοσχάτα κρασιά πίνονται δροσερά ως απεριτίφ, συνοδεύουν φουά γκρα και μπλε τυριά, καθώς και επιδόρπια με φρούτα, αμύγδαλα και ελαφρές κρέμες.
Οι παραγωγοί μιλούν για το Moσχάτο
Μανώλης Τσακαλάκης, Ενωση Οινοποιητικών Συνεταιρισμών Σάμου«Δύναμη της ποικιλίας είναι τα γλυκά κρασιά»
Εδώ στη Σάμο η ποικιλία είναι γνωστή ως Μοσχάτο λευκό μικρόρραγο. Τουλάχιστον για τα δεδομένα της περιοχής μας, δεν είναι έντονα παραγωγική ποικιλία. Εχει ευαισθησία στο ωίδιο και αποδίδει καλύτερα σε ξερικά εδάφη, κυρίως σε ημιορεινές περιοχές. Γι' αυτό τα καλύτερα αμπέλια είναι εκείνα που βρίσκονται στις πλαγιές με τις ξερολιθιές. Οι δυνατότητες της ποικιλίας είναι πολλές. Εχει πολύ καλή απόδοση σε όλους τους τύπους των γλυκών κρασιών, καθώς δίνει οίνους με ισορροπημένα και αρμονικά χαρακτηριστικά. Οι κατηγορίες των λιαστών κρασιών -vin naturel doux και vin de liqueur- έχουν αντοχή στο χρόνο, αν και παρατηρείται μια γευστική διαφοροποίηση. Οσο για τα vin de naturel συστήνουμε να καταναλώνονται φρέσκα. Οταν το Μοσχάτο οινοποιηθεί σωστά, μπορεί να δώσει και πολύ καλά, ξηρά, αρωματικά κρασιά, τα οποία όμως προτείνουμε επίσης να καταναλώνονται φρέσκα. Τα γλυκά Μοσχάτα έχουν μεγάλη απήχηση στο εξωτερικό, καθώς σχεδόν από το 80% της παραγωγής μας που εξάγεται, η συντριπτική πλειοψηφία είναι τα γλυκά.
Θανάσης Παρπαρούσης, Οινοποιείο Παρπαρούση«Ο χρόνος κάνει τα γλυκά Μοσχάτα πιο σοφιστικέ»
Το Μοσχάτο Ρίου ή Μοσχάτο Σάμου ή Μικρόραγο Μοσχάτο είναι το ίδιο με το Μοσχάτο του Fontignon, που έφτασε στη Γαλλία από τη χώρα μας. Είναι ποικιλία που αγαπάει το υψόμετρο, καθώς σκαρφαλώνει σε πλαγιές, ωριμάζει στο τέλος του Αυγούστου και μια και είναι πρώιμη ποικιλία έχει έντονα αρωματικά στοιχεία και καλή οξύτητα. Είναι όμως ευαίσθητη στους ζεστούς ανέμους του καλοκαιριού, εξαιτίας του γεγονότος ότι είναι μικρόραγη. Δίνει από μόνη της χαμηλές αποδόσεις, αλλά εμείς μειώνουμε ακόμη περισσότερο τις αποδόσεις προκειμένου να πετύχουμε την επιθυμητή ποιότητα. Τα γλυκά, λιαστά κρασιά από Μοσχάτο έχουν περίπλοκο αρωματικό χαρακτήρα από αρώματα που θυμίζουν εσπεριδοειδή, περγαμόντο, μέλι, κηρύθρα, αλλά και καλή οξύτητα που δημιουργεί μια ωραία αντίθεση στο στόμα. Εχουν αντοχή στο χρόνο και η διαφοροποίηση που συμβαίνει τα κάνει πιο σοφιστικέ. Πίνονται είτε ως απεριτίφ ή ως επιδόρπια κρασιά, αλλά ταιριάζουν επίσης με το φουά γκρα ή με γλυκές τάρτες, και ποτέ με σοκολάτα, η οποία το επικαλύπτει Οσο για τα ξηρά Μοσχάτα, θεωρώ πως εκφράζουν μια μονοτονία, εξαιτίας του έντονου αρώματός τους και της έλλειψης πολυπλοκότητας στο στόμα. Δεν θέλω να είμαι απόλυτος και πιστεύω πως με έρευνα και πειραματισμούς αυτό είναι κάτι που μπορεί να ρυθμιστεί.
Ελευθέριος Καρέλας, Οινική Καρέλα«Θέλει ιδιαίτερη περιποίηση για να αποδώσει σωστά»
Eίναι ένα λευκοπράσινο σταφύλι, που καθώς ωριμάζει γίνεται λευκοκίτρινο ανοιχτό. Είναι μια δύσκολη ποικιλία που θέλει ιδιαίτερη περιποίηση για να αποδώσει σωστά. Οι κακές καιρικές συνθήκες, π.χ. συνδυασμός έντονων βροχοπτώσεων και ζέστης, μπορούν εύκολα να καταστρέψουν τη σοδειά. Ωστόσο, στο παρελθόν, συγκριτικά με άλλες ποικιλίες, έδειξε ανθεκτικότητα στη φυλλοξήρα. Τα αμπέλια είναι σχεδόν ξερικά και παράγουν υψηλόβαθμα σταφύλια που συχνά δίνουν κρασί που ξεπερνά τους 13 βαθμούς. Ετσι είναι ένα κρασί που θεωρείται σχεδόν αυτοσυντήρητο, με φυσικό τρόπο. Πλέον τα κτήματα στο Ρίο, λόγω της τουριστικής ανάπτυξης, έχουν σχεδόν μηδενιστεί κι έτσι προμηθευόμαστε σταφύλια από την περιοχή της Κάτω Αχαΐας.
Τα γλυκά κρασιά που δίνει η ποικιλία αυτή στην περιοχή μας έχουν ένα λεπτό μπουκέτο αρωμάτων, που μπορεί κανείς να ισχυριστεί πως είναι πιο φίνο από τα αντίστοιχα κρασιά της Σάμου. Οινοπνευματώνονται με οινικό οινόπνευμα, με αποτέλεσμα να διακόπτεται η ζύμωση κι η γλύκα τους να προέρχεται από φυσικά αζύμωτα σταφυλοσάκχαρα. Αυτά τα κρασιά ταιριάζουν πολύ με φρούτα, ξηρούς καρπούς και κάποια γλυκά.
Από την άλλη, τα ξηρά κρασιά από Μοσχάτο έχουν τόσο έντονο αρωματικό χαρακτήρα που κάποιοι δεν το αποδέχονται, θεωρώντας το δυνατό σαν κολόνια! Το μειονέκτημά τους, και κυρίως όσον αφορά τα ξηρά κρασιά, είναι πως χάνουν το άρωμά τους, και συνεπώς το χαρακτήρα τους, πολύ γρήγορα κι έτσι πρέπει να καταναλώνονται μέσα σε ένα χρόνο από την παραγωγή τους.

Με τις υγείες μας!!! Για τους"Γητευτές της σαμιώτικης σούμας", της δικής μας Τασούλας Επτακοίλη, από το ίδο ένθετο, μπορείτε να διαβάσετε στο μπλόγκ ΜΠΑΛΛΟΣ(mpalos.blogspot.com)

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα